- ἰλῶν
- ἰλῶνἰ̱λῶν , ἴληband: fem gen pl
Morphologia Graeca. 2013.
Morphologia Graeca. 2013.
ἰλῶν — ἰ̱λῶν , ἴλη band fem gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
σύνταγμα — (Νομ.). Η λέξη Σ. έχει δύο έννοιες: την ουσιαστική, που αναφέρεται στο περιεχόμενο του συντάγματος και την τυπική, που αφορά την εξωτερική μορφή του, το κείμενο. Κατά την ουσιαστική έννοια, Σ. είναι το σύνολο των κανόνων (νομικών), οι οποίοι από… … Dictionary of Greek